Είναι κάποια Στιγμή στη ζωή του ανθρώπου που η αρχή γίνεται τέλος, το «είμαι» ένα μελαγχολικό «ήταν» και η αισθητή παρουσία μια αμυδρή ανάμνηση. Δεν ξέρεις πότε θα τη ζήσεις. Ούτε θέλεις. Ούτε οι άλλοι θέλουν. Αλλά όλοι υπόκεινται στα διαπλαστικά της αποτελέσματα. Αν έρθει, δεν υπάρχει επιστροφή. Άλλοι την αποδίδουν σε ένα πανάρχαιο αμάρτημα, άλλοι στο κακό ριζικό και οι πιο συμβατικοί στη φυσική ροή των πραγμάτων.
Αν ο Ηράκλειτος είχε δίκιο ότι τα πάντα όντως ρέουν, τότε θα έπρεπε να είχαμε συμβιβαστεί με αυτή τη Στιγμή εδώ και αιώνες. Αλλά όλοι τη φοβούνται παρ’ όλο που γνωρίζουν το αναπόφευκτο του χαρακτήρα της. Δεν την εύχονται ούτε για τον χειρότερο εχθρό τους. Αν φτάσει πιο νωρίς από το κοινωνικά αναμενόμενο βυθίζονται στη θλίψη κουνώντας επιδεικτικά το δάχτυλο απέναντι σ’ ένα νοερό βαρκάρη των ψυχών για κάτι που αν δεν γινόταν πολύ πιθανό να διαταρασσόταν ο φαύλος κύκλος του ζην.
Είναι αδύνατο να φύγεις από το πεπρωμένο ειδικά όταν αυτό προδιαγράφεται ως κάτι παραπάνω από βεβαιότητα. Κλαις. Φωνάζεις. Μελαγχολείς. Αποδέχεσαι. Αναπολείς. Γιατί μια Στιγμή σου στέρησε εκείνους. Και τώρα πια δεν θα μπορέσεις να τους ξαναδείς.
Όταν οι δείκτες του ρολογιού χτυπήσουν, σημαίνοντας εκείνη τη Στιγμή, ο κόσμος – με την ατομική σημασία της λέξης – παραλύει. Περνάς σε μια αντίστροφη διάσταση όπου το παρόν γίνεται παρελθόν και το μέλλον δυσοίωνο. Εκεί που το ένα δευτερόλεπτο φαίνεται να διαρκεί μία αιωνιότητα, εκεί τα καθεστηκώτα και τα περιβάλλονται επανέρχονται για να υπενθυμίσουν μαρτυρικά πως οι δείκτες θα συνεχίσουν να περιστρέφονται μέχρι την επόμενη φορά που η Στιγμή θα βρει κάποιον άλλον από τους τλήμονες θνητούς για να τον πάρει μακριά στο ταξίδι της πεπερασμένης αιωνιότητας.
Connect with us