Η τρέλα που έγινε δουλειά και χάθηκε


Κάποτε, ο πατέρας μου ζωγράφιζε. Μεγάλωσε μέσα στην ηδονική οσμή της μπογιάς και του νέφτι. Ίσως πάλι ηδονική να φάνταζε μόνο σε αυτόν, δεν έχει σημασία, εκείνος μπόμπιρας ακόμη, έκανε το δάχτυλο του κάρβουνο και τον καμβά τεφτέρι. Κόσμος μικρός και μέγας τα πινέλα.

Ο πατέρας μου μεγάλωσε, έκανε ατελιέ την στενόχωρη γωνιά του φοιτητικού του δωματίου και δώστου δημιουργίες. Χάθηκε μέσα στο πάθος του. Και τότε, κάπου στα χρυσά χρόνια της μποέμικης εναλλακτικής κουλτούρας, που η τέχνη ήταν-όπως και ίσως παραμένει- μια απροσδιόριστη δεξαμενή με αληθινούς Καλλιτέχνες αλλά και επιδειξίες αρτίστες ή αλλιώς δήθενάδες, τότε λοιπόν άρχισε η αναγνώριση. Αυτός, εκείνος και ο άλλος ο πίνακας, έτσι αλλιώς και εναλλάξ και το ‘να και τ΄άλλο και σκάνε σιγά σιγά και τα πρώτα φράγκα. Σπουδαίο πράγμα δεν είναι; Να κάνεις αυτό που αγαπάς και να πληρώνεσαι; Πού τέτοια τύχη μέσα σε ένα παιχνίδι επιβίωσης; Κελεπούρι. Έλα όμως που ο καμβάς αποτύπωνε πια την κάβλα των άλλων και όχι το πάθος του. Έλα που οι μορφές ήταν πια αντικατοπτρισμοί πιστοί των πορτρέτων τους και όχι της ψυχής του. Και το πάθος έγινε αγγαρεία, και το τάλαντο συνήθεια. Και κάπου τότε, νεανίας στιβαρός και λεύτερος, ο πατέρας μου ζωγράφισε τους τίτλους τέλους στον μουσαμά με χρώμα πένθιμο. Όχι γιατί βαρέθηκε, όχι γιατί του το επέβαλαν, αλλά γιατί πολύ απλά έπαψε να ζωγραφίζει για την πάρτη του.

Το ζήτημα είναι βέβαια απανταχού παρόν. Σίγουρα κανένα πιτσιρίκι δεν μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του να αφήνει τα λασπωμένα παπούτσια με τις τάπες, λόγου χάρη, για το Instagram, τις φωτό και τα τατού. Όμως όσο η μπάλα κυλάει άλλο τόσο τα φούμαρα και το lifestyle πιάνουν χώρο. Και όπως έχουν τα πράγματα σε κάθε πάθος, εάν αφήσεις τα συνεπαγόμενα να γίνουν αυτοσκοπός τότε την έκατσες. Χάνεις και τα συνεπαγόμενα και το πάθος σου, μπορώντας πια να χαιρετίσεις τον πλάτανο με την ησυχία σου.

Τα παραδείγματα δεν έχουν τέλος. Είναι κάτι σαν το διάβασμα. Κάποτε πέρναγα ώρες μυρίζοντας το δέσιμο των βιβλίων στα ξύλινα ράφια του γειτονικού βιβλιοπωλείου. Έπειτα αντί γραμμάτων ήρθαν αριθμοί και αντί εικόνων νοητών, βαθμοί. Και εγώ με την σειρά μου έκανα pause το διάβασμα. Γιατί; Γιατί πήρε λίγο από την ωφελιμιστικότητα της βαθμοθηρίας και από την αυστηρότητα των πρέπει. Και κάπως έτσι, θαρρείς πέφτοντας σε λήθη-το απτότερο δείγμα θανάτου κατά τον Κούντερα- ξέχασα να διαβάζω. Πένθησα την μυρωδιά της ράχης. Κοιτούσα απλά τις λέξεις χωρίς να βλέπω. Την φρίκη βέβαια την ξεπέρασα αργότερα, την τρέλα όμως ακόμη την ψάχνω μέσα στις σελίδες.

Κλείνοντας, ο πατέρας μου δεν ξανακούμπησε πινέλο στα χέρια του. Ξέχασε την μυρωδιά της μπογιάς και την έκταση του νέφτι, όταν ακριβώς ο μουσαμάς άρχισε να κρύβεται από χάρτινα ορθογώνια με αριθμούς, διαβολικά αλλά πολύτιμα. Όχι ότι δεν υπήρχε αλτερνατίβα, όμως άφησε την τρέλα του να ξεχαστεί για μια ψυχοφθόρο σοβαρότητα. Και ξέρετε κάτι; Όταν καμιά φορά ψαχουλεύω τα σκονισμένα χαρτόκουτα με τους μουσκεμένους από την υγρασία μουσαμάδες ακόμη την βλέπω την τρέλα εκείνη την θαυμαστή και πονεμένη. Την βλέπω που σαν σωστό πάθος περιμένει καρτερικά το κάλεσμα.

What's Your Reaction?

Angry Angry
0
Angry
Cute Cute
0
Cute
Fail Fail
0
Fail
Geeky Geeky
0
Geeky
Lol Lol
0
Lol
Love Love
0
Love
OMG OMG
0
OMG
Win Win
0
Win
WTF WTF
0
WTF

Η τρέλα που έγινε δουλειά και χάθηκε

συνδέσου

Γίνε μέλος του #MSP
Don't have an account?
Εγγράψου

reset password

Εγγράψου

Γίνε μέλος του #MSP

Captcha!
Choose A Format
Gif
GIF format