Το χρονικό ενός debate


Μαθαίνεις το θέμα. Γύρω στις δέκα με έντεκα στοιβαγμένες λέξεις, γραμμένες πάνω στο σκούρο πράσινο του πανεπιστημιακού πίνακα, συνθέτουν τον απόλυτο εφιάλτη του κάθε νεόκοπου ρήτορα. Στους άλλους φαίνονται απλές προτάσεις, αποκυήματα μιας κιμωλίας. Για όσους όμως καλούνται να παίξουν το παιχνίδι τους, οι προτάσεις αυτές μοιάζουν να μεγεθύνονται δυσανάλογα με τον χρόνο που περνάει, ξεπερνώντας το περίγραμμα του άψυχου πίνακα.

Φτάνει η ώρα που φοράς το προσωπείο του ανέκφραστου πολιτισμένου δυτικού και λούζεσαι με το άρωμα του χιλιοειπωμένου «ευ αγωνίζεσθαι» ενώ νοητά παραδίνεσαι σε εγκληματικές σκέψεις που γυροφέρνουν στα μονοπάτια του μυαλού σου. «Καλή επιτυχία» και άλλα τόσα ευχολόγια είναι το βουητό που επενδύει σχεδόν μουσικά την ατμόσφαιρα από τους παρευρισκόμενους. Αλλά είτε συγκρατείς τον εαυτό σου από το να εκσφενδονίσεις ένα χλευαστικό σχόλιο στην τεταμένη ατμόσφαιρα για να μη το μετανιώσεις συν τω χρόνω, είτε απλούστερα δανείζεσαι ένα ζευγάρι παρωπίδων. Γιατί ξέρεις πως πολλές φορές η σιωπή είναι πιο εκκωφαντική ακόμη και από τον πιο αφόρητα δυνατό ήχο.

Και μετά κατεβαίνεις δρασκελίζοντας τις σκάλες με το ένα χέρι να γδέρνει το λιπαρό κάγκελο που τις πλαισιώνει. Λίγο πιο πίσω ο συμπαίκτης σου προσπαθεί να συμβαδίσει με τον μανιώδη βηματισμό σου αφήνοντας μονοπάτια γραφειοκρατικής «χαρτούρας» στο διάβα του. Βρίσκεις ένα μέρος ήσυχο, ένα καθαρά ελεύθερο πεδίο, απαλλαγμένο από την απειλητική και κακόβουλη παρουσία του αντιπάλου. Ακουμπάς τις άδειες κόλλες σε οποιαδήποτε διαθέσιμη επιφάνεια δίνοντας το εναρκτήριο λάκτισμα για μία θύελλα εγκεφαλικών ιδεών (εξελληνισμένα το γνωστό brainstorming).

Γράφεις το ένα επιχείρημα. Το σβήνεις και το ξαναγράφεις. Έπειτα το παρουσιάζεις στον συνομιλητή σου προσπαθώντας να πείσεις τόσο αυτόν όσο και τον ίδιο σου τον εαυτό σου περί της βασιμότητας των λεγομένων σου.  Έχοντας εξαντλήσει την ιδεολογική δεξαμενή του μυαλού σου ακροβατείς ανάμεσα στην παραδοχή της αχρησίας σου και την ανεξήγητη επιθυμία σου να συνεχίσεις. Προφανώς και επικρατεί η γλυκιά προσδοκία μιας πιθανής νίκης.

Έρχεται η στιγμή της θεαματικής εισόδου στην αίθουσα. Εκεί όπου τα επόμενα σαράντα με πενήντα λεπτά καλείσαι να επιχειρηματολογήσεις υπέρ των πιο ανυποστήρικτων πραγμάτων. Εκεί όπου η προσωπική ιδεολογία, βιωματικό και συμπτωσιακό απαύγασμα συνάμα, αφήνεται στα άδυτα της έντεχνης ρητορείας. Το βλέμμα των κριτών, που ισοδυναμεί μ’ ένα άτυπο «λάβετε θέσεις», σημάνει την έναρξη της πολιτισμένης λογομαχίας και αποδεσμεύει κάθε μυϊκό κύτταρο σε ασταμάτητες ταλαντώσεις.

Με τη νοραδρεναλίνη να σκαρφαλώνει επικινδύνως την ορμονική κλίμακα του σώματος μας, παρακολουθείς υπομονετικά τους άλλους να ρητορεύουν ενώ σκιτσάρεις με σοβαροφάνεια τις κόλλες Α4 που βρίσκονται μπροστά σου. Παριστάνεις πως οι όποιες προσβλητικές βολές της κυβέρνησης ή της ομάδας της αντιπολίτευσης δεν είναι ικανές να σπείρουν ανισορροπία στην καλά θωρακισμένη αντιλογία σου. Μέχρι να έρθει η σειρά σου και σκοντάψεις σε όλα εκείνα τα ατοπήματα και τα τετριμμένα ρητορικά τερτίπια που λίγα λεπτά πριν ορκιζόσουν ν’ αποφύγεις.

Δεν φταις εμείς, φυσικά. Όταν το μόνο που αντικρίζεις είναι πολλά ζευγάρια μάτια να σουβλίζουν την καρτουνίστικα στημένη πολιτική σου φιγούρα, επιλέγεις την ασφάλεια μιας χιλιοειπωμένης ατάκας από την ριψοκίνδυνη αίσθηση της πρωτοτυπίας. Μετά από μια σύντομη διάσκεψη με τον εαυτό σου, αποφασίζεις ωστόσο να τα δώσεις όλα από το να μιζεριάζεις με προδικαστική διάθεση για μια ενδεχόμενη αποτυχία. Κάπου εκεί το εμψυχωτικό χτύπημα των εδράνων από τους «δικούς σου», σου υπενθυμίζει πως τελικά κάτι κάνεις ή λες σωστά ενθαρρύνοντας σε να συνεχίσεις με την πύρινη επιχειρηματολογία σου. Όταν, τέλος, το κοινό ξεσπά σε χειροκροτήματα νιώθεις πως τα αξίζεις χωρίς καμιά ντροπή. Είναι, άλλωστε, το τελευταίο που μπορεί αυτό να σου προσφέρει τόσο ανέξοδα για την τόσο πολυέξοδη νοητική παράσταση που ανέβασες για χάρη του.

Βγαίνοντας από την αίθουσα, αισθήματα άδολης περηφάνειας γεμίζουν τους πνεύμονες σου. Συναισθήματα δηλωτικά της υπερβατικής εμπειρίας που μόλις έζησες. Εξάλλου, η δημόσια ομιλία ποτέ δεν ήταν ένα κεκτημένο προσόν αλλά μια συνεχόμενη πάλη του ανθρώπου και μια μάχη, χαμένη ή ακόμα και άνιση, για πολλούς από εμάς.

Έτσι εξηγούνται τα αυξημένα επίπεδα αδρεναλίνης και η θέληση όλων των, ήδη αποκαλούμενων νεόκοπων, ρητόρων να δοκιμάσουν να παίξουν ένα παιχνίδι που ίσως χάσουν. Αυτό είναι η ρητορική. Παίζεις όχι για να κερδίσεις αλλά για να δοκιμαστείς. Παλεύεις όχι για να υποστηρίξεις τις ήδη αποκρυσταλλωμένες απόψεις σου αλλά να δώσεις βήμα σε κάτι που ποτέ δεν πίστεψες. Κερδίζοντας τον σεβασμό αντιπάλων και μη, όχι με τις φωνασκίες αλλά μ’ ένα αγέρωχα υπεροπτικό λουκ. Αυτό είναι η ρητορική. Η τέχνη που απαιτεί να πείθεις χωρίς να έχει χρειαστεί να πειστείς εσύ ο ίδιος. Και στο τέλος να το καταφέρνεις!

What's Your Reaction?

Angry Angry
0
Angry
Cute Cute
0
Cute
Fail Fail
0
Fail
Geeky Geeky
0
Geeky
Lol Lol
0
Lol
Love Love
0
Love
OMG OMG
0
OMG
Win Win
0
Win
WTF WTF
0
WTF

Το χρονικό ενός debate

συνδέσου

Γίνε μέλος του #MSP
Don't have an account?
Εγγράψου

reset password

Εγγράψου

Γίνε μέλος του #MSP

Captcha!
Choose A Format
Gif
GIF format